Μάχη της Κρήτης: Ο επικός αγώνας της Σχολής Ευελπίδων (20 Μαΐου 1941


Επιμέλεια: Γιώργος Λαμπράκης (αναδημοσιεύεται με την άδεια του κ. Λαμπράκη)(πρώτη δημοσίευση:https://stratistoria.wordpress.com)

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, οι Ευέλπιδες της ΙΙΙης τάξεως ονομάσθηκαν, σύμφωνα με τον οργανισμό της Σχολής, ανθυπολοχαγοί και έφυγαν όλοι για το μέτωπο. Οι Ευέλπιδες της ΙΙας τάξεως ονομάσθηκαν ανθυπασπιστές και τοποθετήθηκαν στα έμπεδα εκπαιδεύσεως. Στους 300 Ευέλπιδες της Ιης τάξεως (τότε η Σχολή είχε τρεις τάξεις) που μόλις πριν ένα μήνα είχαν παρουσιαστεί στη Σχολή, δόθηκε αόριστη άδεια, που ανακλήθηκε όμως στις 20 Νοεμβρίου και οι πρωτοετείς μαθητές επέστρεψαν στη Σχολή. Η εισβολή των Γερμανών, στις 6 Απριλίου 1941, βρίσκει τους Ευέλπιδες της Ιης τάξης εκπαιδευόμενους εντατικά. Μέσα στη σύγχυση που επικρατούσε από την κατάρρευση του μετώπου και την προέλαση των Γερμανών, η Σχολή έχει ξεχαστεί και στερείται διαταγών. Οι Ευέλπιδες ζητούν να συγκροτήσουν ένα λόχο και να σταλούν στις Θερμοπύλες όπου μάχονται οι Βρετανοί, αλλά το αίτημα τους δεν εγκρίνεται. Άλλωστε οι Σύμμαχοι υποχωρούν και από εκεί.
Στις 23 Απριλίου ο διοικητής της Σχολής συγκεντρώνει τους μαθητές και τους ανακοινώνει τη δυσμενή τροπή του πολέμου, καθώς και την επικείμενη είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα. Τους ανακοινώνει επίσης ότι η πρόθεση της Ανωτέρας Στρατιωτικής Διοίκησης Αθηνών (ΑΣΔΑ) είναι να χρησιμοποιηθεί η Σχολή για την τήρηση της τάξης στην Αθήνα και τους θέτει το ερώτημα: «Εάν σας διατάξω να εξέλθετε στην πόλη επειδή δεν υπάρχουν άλλα τμήματα για να επιβάλετε την τάξη σε περίπτωση που αυτή διασαλευθεί, θα το πράξετε;». Η απάντηση των Ευελπίδων ήταν ένα βροντερό ΟΧΙ και κατόπιν τούτου ο διοικητής διέταξε την προφυλάκιση μερικών από τους αρχαιότερους που θεώρησε ως πρωταίτιους. Η διαταγή όμως του διοικητού όχι μόνο δεν εκτελείται, αλλά οι Ευέλπιδες αποφασίζουν ομόφωνα να φύγουν για την Κρήτη. Ο διοικητής της ΑΣΔΑ, που πληροφορείται τα γεγονότα, στέλνει στη Σχολή τον επιτελάρχη του για να πείσει τους νεαρούς Ευέλπιδες να εκτελέσουν τη διαταγή της ΑΣΔΑ και να ματαιώσουν τη μετάβαση τους στην Κρήτη.
Ο επιτελάρχης, συνταγματάρχης Πετζόπουλος, συγκεντρώνει τους Ευέλπιδες παρουσία και του αξιωματικού υπηρεσίας και προσπαθεί να τους μεταπείσει. Ο επιτελάρχης προσπαθεί να τους εξηγήσει ότι θα ήταν αδύνατο να περάσουν τη θάλασσα όπου η κυριαρχία των Γερμανών είναι απόλυτη και να φθάσουν στην Κρήτη ζωντανοί. Μάταιος κόπος. Οι Ευέλπιδες είναι αμετάπειστοι. Τότε ο επιτελάρχης ζητά από τον αξιωματικό υπηρεσίας να επικοινωνήσει τηλεφωνικώς με τον διοικητή της ΑΣΔΑ, ο οποίος επαναλαμβάνει στον αξιωματικό την εντολή να εφαρμοσθεί η διαταγή του.
«Στρατηγέ, ουδείς δύναται να διατάξει τη Σχολή Ευελπίδων να παραμείνει στην Αθήνα», απαντά ο αξιωματικός, που είχε σαφή αντίληψη της κατάστασης που επικρατούσε. Ο επιτελάρχης που παρακολουθούσε τη συζήτηση παίρνει το ακουστικό και αναφέρει στον διοικητή της ΑΣΔΑ: «Είναι αδύνατο να καταπνίξει κανείς την εκδήλωση πατριωτισμού αυτών των παιδιών, διότι περί αυτού πρόκειται και όχι περί απειθαρχίας, όπως μας ανέφεραν». Και γυρίζοντας στους Ευέλπιδες, τους ευχήθηκε με δάκρυα στα μάτια «Καλή τύχη».
Οι νεοσσοί της Ιης τάξεως έχουν αποφασίσει να συνεχίσουν τον πόλεμο και η απόφαση τους αυτή παίρνει τη μορφή στάσης. Το ίδιο βράδυ ομάδες ενόπλων Ευελπίδων βγαίνουν στους δρόμους και επιτάσσουν όποιο αυτοκίνητο βρίσκουν. Συγκεντρώνουν έτσι 20 αυτοκίνητα - τότε η Αθήνα είχε ελάχιστα - που όμως δεν είναι αρκετά. Τότε τηλεφωνούν στον Ερυθρό Σταυρό να σταλούν στη Σχολή όλα τα διαθέσιμα αυτοκίνητα για τη μεταφορά στα νοσοκομεία μαθητών που είχαν -δήθεν- πάθει ομαδική δηλητηρίαση. Όταν τα αυτοκίνητα φθάνουν, επιτάσσουν ακόμα επτά που χρειάζονται και αφού παραλαμβάνουν τη σημαία της Σχολής και τον οπλισμό τους, ξεκινούν τη νύχτα της 24ης Απριλίου για την Πελοπόννησο, πλαισιωμένοι και από όσους από τους αξιωματικούς τους θέλησαν να πάνε στην Κρήτη μαζί τους.

Σχόλια